Εκτύπωση αυτής της σελίδας

Έλενα Βότση: Από την Ύδρα στα πέρατα του κόσμου - Συνέντευξη στο Documento

Συνέντευξη στο Documento και την Αφροδίτη Ερμίδη παραχώρησε η Υδραία Καλλιτέχνης - Σχεδιάστρια Έλενα Βότση.


Η διακεκριμένη Ελληνίδα σχεδιάστρια κοσμημάτων Έλενα Βότση ξεδιπλώνει την ιστορία της στο Documento

Πάντα θαύμαζα τα εντυπωσιακά κοσμήματα της Έλενας Βότση. Μια γυναίκα παγκοσμίως αναγνωρισμένη, η οποία είχε την ευκαιρία να συνεργαστεί από νωρίς με πολύ σημαντικούς φορείς και οίκους στην Ελλάδα και στο εξωτερικό και επανασχεδίασε τα ολυμπιακά μετάλλια των Ολυμπιακών Αγώνων. Αν και οι συλλογές κοσμημάτων της διατίθενται στις μεγαλύτερες πρωτεύουσες μόδας του κόσμου και οι πελάτες της είναι πρόσωπα μυθικά, είναι μια γυναίκα που παραμένει έξω από τη λογική του γκλάμουρ, των δημόσιων σχέσεων.Μετά τη συνάντηση και τη γνωριμία μας θαυμάζω πλέον και την απλότητα του χαρακτήρα της. Μαζί μας στη συζήτηση και ο επί εικοσαετία συνεργάτης και αδερφικός της φίλος πια Χρήστος Δασκαλάκης ο οποίος τη συμπληρώνει.

Τα λόγια της πλώρης και κοσμήματα με ιστορία

Η Έλενα Βότση γεννήθηκε στην Αθήνα. Ο πατέρας της –με καταγωγή από την Ύδρα– ήταν καπετάνιος. Τα πρώτα τέσσερα χρόνια της ζωής της τα πέρασαν οικογενειακώς κυριολεκτικά εν πλω. «Ηταν για μένα αυτονόητο να μένω εκεί και μου προκαλούσε τρομερή εντύπωση κάθε φορά που πηγαίναμε επίσκεψη σε κάποιο σπίτι. Τους ρωτούσα “είναι δικό σας;”. Η παρέα μου ήταν ο κόσμος του καραβιού, έπαιζα με το πλήρωμα» θυμάται. Σε αυτά τα χρόνια ταξίδεψε σε Ιαπωνία, Αμερική, Καναδά." Αλλά και μεγαλώνοντας ο πατέρας της συνέχισε να την παίρνει μαζί του σε μέρη μακρινά. Σε όλα αυτά τα ταξίδια πάντα οι γονείς της επισκέπτονταν τοπικά παλαιοπωλεία. Εκεί ικανοποιούσε και το πάθος που είχε αρχίσει να γεννιέται για τα κοσμήματα. «Ημουν στο γυμνάσιο όταν πήγαμε στο Πακιστάν και γυρίζαμε μαζί σε αποθήκες να βρούμε παλιά βραχιόλια. Ηταν η τρέλα μου τα κοσμήματα. Φορούσα παλιά και ιδιαίτερα κομμάτια».

Αλλά και στην Αθήνα οι κυριακάτικες βόλτες στο Μοναστηράκι και το παζάρι του Πειραιά ήταν για εκείνη πηγή θησαυρών. Οταν ανακοίνωσε στους γονείς της ότι ήθελε να «κάνει κόσμημα», ο πατέρας της τη ρώτησε χαρακτηριστικά: «Θες να κάνεις ή να τα φοράς;». «Επρεπε να τους πείσω ότι πραγματικά με ενδιαφέρει. Ηδη είχα αρχίσει να φτιάχνω κοσμήματα με απλά υλικά, με καλάι (το σύρμα που χρησιμοποιούν οι ηλεκτρολόγοι στις συγκολλήσεις), καθρέφτες, βότσαλα, σίδερα. Και τα φορούσα όλα». Ωστόσο δεν μπορούσε να φανταστεί ακόμη ότι αυτά τα κοσμήματα θα τα διέθετε προς πώληση. «Όταν στην Υδρα πούλησα –σε μια Ιταλίδα– το πρώτο μου βραχιόλι δεν κοιμήθηκα το βράδυ. Το επόμενο πρωί της έδωσα τα χρήματα και το πήρα πίσω! Είχα δέσιμο με τα κοσμήματά μου, δεν μπορούσα να τα δώσω» μου λέει. Οι επιρροές της προήλθαν τόσο από τη μητέρα της η οποία φορούσε πολλά και ωραία κοσμήματα όσο και από το κοσμοπολίτικο περιβάλλον της Υδρας της δεκαετίας του ’80. «Ημουν τυχερή γιατί όταν ήμουν μικρή το νησί φιλοξενούσε πολλούς καλλιτέχνες· κυκλοφορούσαν πάρα πολύ ωραίοι άνθρωποι με απίθανο στιλ. Θυμάμαι τα Σάββατα οι κυρίες έβαζαν τα καλά τους ρούχα, φορούσαν τα κοσμήματα και κατέβαιναν στο λιμάνι για βόλτα. Ηταν σαν μια θεατρική σκηνή. Πλέον δυστυχώς δεν το βλέπεις αυτό».

Τη ρωτώ ποια ανάγκη ικανοποιεί ο στολισμός του σώματός μας με κοσμήματα. «Θα πω αυτό που νιώθω προσωπικά. Να μην πω για τους άλλους, γιατί υπάρχουν και παράμετροι με τις οποίες δεν συμφωνώ. Για εμένα το κόσμημα είναι χαρά, παιχνίδι. Να το φοράς και να το χαίρεσαι πρώτα εσύ. Να καταλαβαίνεις τη βαρύτητα που προσδίδει στο σύνολο της εικόνας σου. Για παράδειγμα, τα δαχτυλίδια στολίζουν όλο το σώμα, δεν είναι στατικά, γιατί με την κίνηση των χεριών αποκτούν θεατρικότητα. Τα κοσμήματα δεν είναι για το χρηματοκιβώτιο όσο και να κοστίζουν. Θες να πάρεις κάτι; Να το χαίρεσαι! Αλλιώς άσ’ το» μου λέει με έμφαση.

Οι σπουδές στην Αθήνα και στο Λονδίνο

Φοιτά στη Σχολή Καλών Τεχνών της Αθήνας με κατεύθυνση τη ζωγραφική. Είχε μάλιστα την τύχη να έχει καθηγητή τον Δημήτρη Μυταρά ο οποίος την ενθάρρυνε πολύ να κάνει το μεταπτυχιακό της πάνω στο κόσμημα. «Πίστευα ότι έξω θα έκαναν πράγματα ασύλληπτα στα οποία δεν θα μπορούσα να αντεπεξέλθω και εκείνος με παρότρυνε. Έδωσα λοιπόν εξετάσεις στο Royal College of Art στο Λονδίνο οι οποίες ήταν πολύ απαιτητικές. Μόνο έξι άτομα φοιτούσαν κάθε έτος. Η χαρά μου που με δέχτηκαν ήταν τεράστια. Όταν όμως πήγα τον Σεπτέμβριο όλοι κάθισαν στον πάγκο και άρχισαν να δουλεύουν, να κολλάνε σύρματα. Εγώ μόνο ζωγράφιζα. Οπότε θεώρησα ότι με πήραν κατά λάθος· ντρεπόμουν, έκλαιγα. Όταν το συζήτησα με τους καθηγητές μού είπαν: “Εμείς έχουμε να μάθουμε από εσένα που προέρχεσαι από τη Σχολή Καλών Τεχνών” και μου έδωσαν έναν τεχνίτη να με βοηθάει. Ηταν δύο μαγικά χρόνια. Μου παρείχαν ό,τι υλικό ζητούσα. Μια φορά ζήτησα έναν σωλήνα με εξωτερική διάμετρο πέντε χιλιοστά και εσωτερική τέσσερα. Έπειτα από δέκα μέρες τι να δω; Ένα φορτηγό τεράστιο με έναν σωλήνα άκοπο όσο το φορτηγό! Εγώ να μην ξέρω πού να κρυφτώ! Δεν χώραγε να ανέβει, τον πέρασαν μέσα από τη σκάλα» διηγείται γελώντας.

Ολοκληρώνει τις σπουδές της με πρωτιά και επιστρέφει στην Ελλάδα έτοιμη να δουλέψει πάνω στον σχεδιασμό. «Ετοιμάζω βιογραφικό με τον αέρα των σπουδών μου και πάω να ζητήσω δουλειά στα κοσμηματοπωλεία της Βουκουρεστίου. Δεν με πήρε κανείς τηλέφωνο παρά μόνο ένας –δεν θα πω όνομα– και αυτός μου ζήτησε να αντιγράφω σχέδια από περιοδικά. Κλάμα εγώ…». Αυτά όμως τα εμπόδια την οδήγησαν ουσιαστικά στην αρχή της σημαντικής της πορείας. «Δεν σκεφτόμουν ποτέ τη λιανική πώληση, ήθελα μόνο να σχεδιάζω, αλλά βρέθηκα σε αδιέξοδο και έτσι ξεκίνησα με το κατάστημα που ευτυχώς υπήρχε στην Υδρα, πάντα με τη βοήθεια και την ενθάρρυνση του πατέρα μου».

Τα πρώτα χρόνια ήταν δύσκολα για εκείνη. «Στην αρχή έμπαινε ο πελάτης και εγώ ήμουν κάτω από το τραπέζι. Θυμάμαι χαρακτηριστικά, είχα ένα κοραλλένιο κολιέ –ακριβό για τα δεδομένα του καταστήματος– και δεν μπορούσα να πω την τιμή. Ακόμη έχω αυτό το κόλλημα. Επίσης πουλούσα κοσμήματα που προσωπικά μου άρεσαν και πέρναγαν άνθρωποι του νησιού και με συμβούλευαν: “Ελενάκι, αυτά που βάζεις δεν θα πωληθούν, βάλε και λίγο μαίανδρο, κανένα δελφινάκι για να καταφέρεις». Παρέμενε ωστόσο αισιόδοξη και σίγουρη για τα κοσμήματά της, τα οποία εξαρχής βασίζονταν στην καρδιά και στον κύκλο – σήματα κατατεθέντα της δουλειάς της πλέον– που αποτέλεσαν το αντικείμενο της διπλωματικής εργασίας της στο Λονδίνο και τη γραμμή της διπλωματικής της στην ΑΣΚΤ.

Περισσότερα στο Documentonews.gr

Σχετικά Άρθρα