Πόρτες και παράθυρα βαμμένα στο χρώμα της ώχρας! Σχεδόν στους ίδιους, πιο ανοιχτούς τόνους και τα ξύλινα πατώματα.
Η πέτρα ορατή στα δάπεδα, σκούρα και αρμολογημένη. Και μέσα στα δωμάτια του παλιού αυτού σπιτιού, ζει και σχεδόν «αναπνέει» το μπακάλικο-ταβερνείο του ισογείου, αλλά και η αποθήκη κρασιού στο υπόγειο. Εικόνες μιας αλλοτινής εποχής.
Ο λόγος για την Οικία και Ατελιέ του αλησμόνητου ζωγράφου και Ακαδημαϊκού Παναγιώτη Τέτση, που υποδέχεται πλήθος κόσμου εδώ και δύο χρόνια.
Από το 2007 ο μεγάλος ζωγράφος είχε παραχωρήσει στην Ιστορική και Εθνολογική Εταιρεία της Ελλάδος (Εθνικό Ιστορικό Μουσείο) το σπίτι των παππούδων του στο νησί μας, με σκοπό να δημιουργηθεί ένα μουσείο που θα στεγάσει το ατελιέ και τα έργα του.
Ένα σπίτι Υδραίικο, τυπικό, παραδοσιακό με παλιά έπιπλα, μπακίρια, σκεύη, κομότες, ντουλάπες με καθρέφτες, διακοσμητικά, τραπεζάκια με μαρμάρινες επιφάνειες, σιδερένια κρεβάτια, κρεμαστές γυάλινες λάμπες.
Αλλά και ένα σπίτι που το ατελιέ του ζωγράφου αποκαλύπτει ότι μέσα από την απλότητα, έναν μικρό πάγκο με πινέλα, χρώματα και λιγοστά δοχεία, ξεχείλιζε ένα... μεγαλειώδες ταλέντο. Ήταν η δύναμη του Τέτση που την άπλωνε σοφά και πληθωρικά στα μοναδικά του έργα. Έργα που κοσμούν ολόγυρα τους τοίχους του σπιτιού, με τα έντονα χρώματά τους, πλουτίζοντας τον χώρο και καθηλώνοντας τα βλέμματα των επισκεπτών.
Στο ισόγειο, εκεί που το μπακάλικο και η ταβέρνα αναβιώνουν το χθες, συσκευασίες, ζυγαριές, εργαλεία, μπουκάλια, σαπούνια και υλικά κηροπλαστείου, κρατούν το άρωμα μιας παλιάς καθημερινότητας.
Σαν να αφουγκράζεσαι, να ρέει το κρασί από την κάνουλα των μεγάλων βαρελιών του υπογείου και να τοποθετείται από το καρτούτσο στα κρασοπότηρα πάνω στο τραπέζι.
Τότε άντρες ανασηκώνουν το ποτήρι και λένε, κοιτάζοντας τον μικρό καλλιτέχνη: «Στην υγειά σου Παναγιώτη! Εσύ μια μέρα θα φτάσεις ψηλά με τα έργα σου».
Μια βεβαιότητα αλλοτινής σοφίας, κάτι σαν ευχή, που ανάμεσα σε κρασί, μεζέ και εύθυμη διάθεση, έφτανε και περίσσευε για να κάνει τον Τέτση, τον πιο δυνατό πρεσβευτή του χρώματος της Ύδρας. Αλλά και αυτόν που θέλησε να αφήσει άθικτη εκείνη την «εποχή» στα μάτια των νεότερων.
Ελένη Χριστοδούλου