Παρασκευή, 19 Απριλίου 2024

Χριστούγεννα στην Ύδρα πριν 87 χρόνια!

  • Τετάρτη, 21 Δεκεμβρίου 2022 09:28
  • 3'

Μια γλαφυρή αφήγηση του αείμνηστου Χρήστου Χριστοδούλου, από το αρχείο της «Φωνής της Ύδρας», που περιγράφει τις γιορτές των Χριστουγέννων, Αγίου Βασιλείου και Φώτων προπολεμικά, τις ετοιμασίες και τον τρόπο που βίωναν εκείνη την εποχή οι κάτοικοι της Ύδρας τις άγιες μέρες.


Οι ημέρες των εορτών (Χριστούγεννα, Άγιος Βασίλης, Φώτα) διαρκούσαν στην προπολεμική Ύδρα μισό μήνα και πλέον.

Η κίνηση στο νησί ήταν ζωηρή. Τα σφουγγαράδικα ήταν αραγμένα λόγω του χειμώνα και η παραλία ήταν κατάμεστη από κόσμο.

Κρεοπωλεία, φούρνοι, μπακάλικα, μανάβικα, καφενεία, ταβέρνες δούλευαν πυρετωδώς.

Τα έξι κρεοπωλεία με τα 25 αφεντικά και υπαλλήλους είχαν κρεμασμένη σε τσιγκέλια την πραμάτεια τους.

Τα τρία πλούσια μανάβικα ήταν φορτωμένα πάντα με χειμωνιάτικα προϊόντα, ενώ οι φούρνοι ασταμάτητα έψηναν χριστόψωμα, κουραμπιέδες, μελομακάρονα.

Από τις 20 Δεκέμβρη αρχίζαν οι νοικοκυρές τις πάσης φύσεως προετοιμασίες. Καθαριότητα γενική, ασβεστώματα, βαψίματα, ύστερα οι φορεσιές, τα παπούτσια, καινούρια καλτσάκια κλπ.

Όμως «το πανηγύρι» άρχιζε από τις 22 του μήνα, όταν έπεφταν με τα μούτρα στην παρασκευή των γλυκών και τη διανομή. Άλλες έφτιαχναν μελομακάρουνα τα Χριστούγεννα και κουραμπιέδες του Αγίου Βασιλείου. Άλλες πάλι έφτιαχναν και τα δύο είδη τα Χριστούγεννα.

Στις 23 και 24 Δεκέμβρη επικρατούσε ένα ωραίο έθιμο «της ανταλλαγής». Μέσα σε όμορφα κάνιστρα βάζανε οι νοικοκυρές έναν αριθμό γλυκισμάτων, τα σκέπαζαν με πεντακάθαρα κεντητά μαντήλια και τα έστελναν σε γνωστά τους σπίτια. Κουραμπιέδες, ροζέδες και αχλαδάκια πηγαινοερχόντουσαν στα σπίτια των εορταζόντων. Τον διανομέα συνήθως έκαναν κοριτσόπουλα με κορδέλα στα μαλλιά και μάλιστα προτιμούντο βαφτισιμιές.

Στην παραλία, την αγορά όπως την λέγαμε, επικρατούσε τις παραμονές ένας διαρκής οργασμός στα μαγαζιά.

Γύρω στους 60 θεληματάρηδες κουβαλούσαμε τα ψώνια αφού τότε ψώνιζαν κατά 95% οι άνδρες. Την παραμονή των Χριστουγέννων όπως και του Αγίου Βασιλείου και των Φώτων τρέχαμε από το πρωί στα σπίτια να πούμε τα κάλαντα και έπεφταν οι πενταροδεκάρες, τα μελομακάρουνα, τα μανταρίνια και στου νουνού ή της νουνάς το σπίτι έπεφτε από τάληρο και πάνω.
Το βράδυ επαναλαμβανόταν η εξόρμηση στα κατάμεστα καφενεία, ταβέρνες και λοιπά μαγαζιά από ομάδες συνήθως που είχαν ένα φωτισμένο καραβάκι ή ένα κλουβί ή κάποια μεταλλικά τρίγωνα που χτυπούσαν. Σε πολλά σπίτια παρασκεύαζαν χριστόψωμα και τη βασιλόπιτα με το νόμισμα.
Όμως υπήρχε και μια στρατιά φτωχών, οι αντιθέσεις ήταν και ολοφάνερες και υπέρμετρες. Οι πολυμελείς οικογένειες υπέφεραν τις μέρες αυτές και τις έσπρωχναν να φύγουν, γιατί το χάσμα διευρύνετο και ο πόνος και η θλίψη γονάτιζαν τις ψυχές της μάνας ή του πατέρα. Αυτές οι οικογένειες έπαιρναν και τις μέρες αυτές το μαύρο ψωμί, πατσαδάκια, τζιέρα, μαρίδες και όσο για γλυκίσματα κάποιοι θα τους έστελναν αν και κατέφευγαν στις τηγανίτες (κιούρλιες) που τις παρασκεύαζαν παραμονή πρωτοχρονιάς και έβαζαν μέσα ένα εικοσάλεπτο που θα το έβρισκε ο τυχερός του σπιτιού. Όμως έξω από το άρμα της πενίας και πάλι η Υδραίισσα νοικοκυρά παρασκεύαζε ακόμη δίπλες και τρεμούλα από απόσταγμα βρασμένου κυδωνιού.
Το τραπέζι των Χριστουγέννων ξεκινούσε από το πρωί με μαγειρίτσα για να συνεχιστεί το μεσημέρι με το ψητό αρνί ή καπαμά. Οι φούρνοι τις μέρες αυτές έκαναν χρυσές δουλειές όπως και οι θεληματάρηδες. Οι ημέρες όμως αυτές ήταν και ημέρες τζόγου και ξεσπάθωναν για καλά όλοι. Στα καφενεία επικρατούσε η πόκα, το πόκερ, τα πλακάκια και το τριανταένα. Ενώ, έξω στο ύπαιθρο ομάδες-ομάδες έπαιζαν «ρόλο» (έστριβαν ένα νόμισμα) ή φίτσο (έστριβε ο πρώτος τόσα νομίσματα όσοι ήσαν οι παίκτες). Είναι γεγονός ότι στο στρίψιμο του νομίσματος παιζόντουσαν μεγάλα ποσά. Ο φοβερότερος όλων στο παιχνίδι αυτό, ήταν ο μακαρίτης Μπαρμπα-Λουκας, που είχε ρίξει μια φορά το νόμισμα για ένα σπίτι όπως λέγεται και άλλες φορές για καϊκιές ολόκληρες με εμπόρευμα. Εμείς οι πιτσιρίκοι πηγαίναμε εκεί και του «σηκώναμε τη δεκάρα». Άλλοτε μας διαλόστελναν γιατί μας έβρισκαν γρουσούζηδες και άλλοτε μας έριχναν κάποιες δραχμές αν κερδούσαν.
Την ημέρα των Φώτων όταν ρίχναν τον σταυρό στη θάλασσα στον μεγάλο βραχίονα γύρω από 30 παληκαρόπουλα, αψηφώντας χιόνια ή κρύο, αν είχε, έμπαιναν στα μηχανοκάικα ή τις μπρατσέρες που ήταν στο λιμάνι και έμεναν με ένα εσώβρακο από κάμποτο κάτω από το γόνατο, καρτερώντας το "εν Ιορδάνη βαπτιζομένου σου Κύριε". Τότε ριχνόντουσαν όλοι στο νερό και έτρεχαν να πιάσουν τον σταυρό. Αυτός που τον έπιανε πρώτος ήταν το πρόσωπο της ημέρας. Αυτά και άλλα εγένοντο στη νοσταλγική αυτή εποχή!

ΑΡΧΕΙΟ "η φωνή της Ύδρας"

 * Η φωτογραφία είναι ευχετήρια κάρτα της δεκαετίας του '40